φρουτιέρα

φρουτιέρα
και φουρτιέρα, η, Ν
επιτραπέζιο σκεύος για φρούτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. fruttiera].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • φρουτιέρα — φρουτιέρα, η και φουρτιέρα, η (λ. ιταλ.), επιτραπέζιο δοχείο για την τοποθέτηση φρούτων μέσα σ΄ αυτό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -ιέρα — κατάληξη θηλ. ουσ. τα οποία αποτελούν μεταφορά στην Ελληνική τόσο ιταλικών λέξων που σημαίνουν θήκη, δοχείο (πρβλ. σαλτσιέρα < salsiera), ταμπακιέρα < tabacchiera), φρουτιέρα < fruttiera) όσο και γαλλικών (πρβλ. γκαρσονιέρα <… …   Dictionary of Greek

  • σύνθεση — Η τοποθέτηση ενός πράγματος μαζί με άλλο, η αρμονική ένωση μερών ή στοιχείων του, για να δημιουργηθεί από αυτά ένα σύνολο, η συναρμολόγηση. Στη γραμματική, σ. λέγεται η ένωση δύο λέξεων σε μία, όπως π.χ. των λ. αστραπή και βροντή = αστραπόβροντο …   Dictionary of Greek

  • Γκρι, Χουάν — (Juan Gris, Μαδρίτη 1887 – Παρίσι 1927). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ισπανού ζωγράφου Χοσέ Βιστοριάνο Γκονθάλεθ (Jose Vistoriano Gonzales). Η έμφυτη διαλεκτική αυστηρότητά του γρήγορα τον προσανατόλισε σε πειραματισμούς που κατέληξαν στον κυβισμό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”